Πέμπτη 8 Μαρτίου 2012

Ο θεός Ερμής από τη σπηλιά της Κυλλήνης στον Όλυμπο και στις στέγες της σύγχρονης Ελλάδας

Ο Ερμής του Πραξιτέλους στην Ολυμπία

Ήταν ο καρπός του παράνομου έρωτα του πατέρα των θεών και της ωραίας Μαίας, κόρης του Άτλαντος. Ως παράνομος, γεννήθηκε σε μια σπηλιά της αρκαδικής Κυλλήνης. Από τον πατέρα του πήρε τη δύναμη και την εξυπνάδα και από τη μητέρα του την ομορφιά. Και από τους δύο γονείς του πήρε την πονηριά και την παρανομία.

Μωρό στα σπάργανα ήταν όταν βγήκε από την κούνια του, φόρεσε τα παπούτσια του ανάποδα και έκλεψε τα πενήντα βόδια του αδελφού του Απόλλωνα.  Έσφαξε τα δύο και τα προσέφερε θυσία στους θεούς. Με τα έντερά τους και με το καύκαλο μιας χελώνας έφτιαξε τις χορδές της πρώτης λύρας. Αν και ο μάντης αδελφός του ανακάλυψε τον ένοχο, αυτός αρνήθηκε την πράξη του ενώπιον του πατέρα τους και όταν αναγκάστηκε να σταματήσει τα ψέμματα, παζάρεψε τα υπόλοιπα βόδια με τη λύρα.

Ερμής με κηρύκειον

Όταν στερήθηκε τη λύρα, επινόησε τη σύριγγα, την οποίαν αντάλλαξε πάλι με τον Απόλλωνα, αυτή τη φορά κερδίζοντας τη γνώση της μαντικής και μία χρυσή ράβδο (γκλίτσα) για να οδηγεί τα πρόβατά του. Με αυτή τη ράβδο διαχώρισε κάποτε δύο φίδια που πάλευαν. Αυτά ειρήνεψαν, τυλίχθηκαν γύρω από τη ράβδο και παρέμειναν με τα κεφάλια τους αντιμέτωπα. Έτσι σχηματίσθηκε το σύμβολο του θεού, το κηρύκειον.
Από την κλεπτομανία του δεν γλύτωσαν οι υπόλοιποι θεοί: Στον Όλυμπο προκάλεσε σε αγώνα τον Έρωτα και τον νίκησε με δόλο. Με δόλο απέσπασε τη ζώνη της Αφροδίτης, το ξίφος του Άρη, την τσιμπίδα του Ηφαίστου, την τρίαινα του Ποσειδώνα, τα τόξα του Απόλλωνα, ακόμη και το σκήπτρο του Δία. Θα είχε κλέψει και τον κεραυνό από τον πατέρα του, αν δεν είχε φοβηθεί μην καεί.

Ρωμαϊκό αντίγραφο αγνώστου ελληνικού πρωτοτύπου των κλασσικών χρόνων

Ρωμαλέος, ευκίνητος και πανούργος καθώς ήταν, χρησιμοποιήθηκε από το Δία ως αγγελιαφόρος και κήρυκας, εκτελεστής κάθε παραγγελίας και διαταγής. Ως κήρυκας έπρεπε να έχει  δύναμη λόγου και πειθώ, γι’ αυτό και λατρευόταν ως λόγιος, προστάτης των ρητόρων και των φιλοσόφων. Επίσης του αποδιδόταν η επινόηση των γραμμάτων και της γεωμετρίας. Ως αγγελιαφόρος φορούσε τον πέτασο, το πλατύγυρο κάλυμμα που έφεραν στην κεφαλή τους οι ταξιδιώτες και οι αγρότες. Για να τονισθεί η θεϊκή του ιδιότητα και η ταχύτητά του, ο πέτασος, όπως επίσης τα σανδάλια και το κηρύκειον, ήταν πτερωτά.

Ο πτερωτός πέτασος


Ως αγγελιαφόρος και κήρυκας περιέτρεχε με ταχύτητα τις οδούς και τα μονοπάτια, καθαρίζοντάς τα από τις πέτρες. Αυτές τις συσσώρευε στις άκρες των δρόμων σε σωρούς, που καλούνταν έρμακες ή ερμαίοι λόφοι. Για το λόγο αυτό εθεωρείτο προστάτης των οδοιπόρων. Απότοκος της τιμής του ως προστάτη των οδών, ήταν η ιδέα ότι κάθε τι που εύρισκε τυχαία ένας οδοιπόρος, κάθε έρμαιον, προερχόταν από αυτόν. Ως εκ τούτου και τα απροσδόκητα κέρδη και οι απρόοπτες επιτυχίες προέρχονταν από τον Ερμή. Αυτές οι ιδιότητες κατέστησαν τον Ερμή προστάτη των εμπόρων, με σύμβολο το βαλλάντιον, το πορτοφόλι. Ο Ερμής κερδώος θεωρήθηκε ο εφευρέτης των μέτρων, των σταθμών, των ζυγών και κάθε αντικειμένου σχετικού με το εμπόριο. Επειδή όμως με τα μέτρα και τα σταθμά οι έμποροι εξαπατούν και κλέβουν τους πελάτες, από προστάτης των εμπόρων έγινε και προστάτης των κλεφτών. Ήξερε άλλωστε την τέχνη της κλοπής από τα γεννοφάσκια του.
Τους κλέφτες όμως βοηθάει η νύχτα και τους απατεώνες διακρίνει η ευφράδεια, η δολιότητα και η γλυκύτητα των λόγων. Επειδή είχε όλες αυτές τις ιδιότητες, οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο Ερμής στόλισε την πρώτη γυναίκα, την Πανδώρα, με την κολακεία, το ψέμμα και την πονηρία. Επίσης πίστευαν ότι ο παμπόνηρος Οδυσσέας είχε παππού τον Αυτόλυκο, γιο του Ερμή και της Χιόνης.

Αττική ερυθρόμορφη λήκυθος μς απεικόνιση Ερμού.

Ο Ερμής δεν εκτελούσε τις διαταγές των θεών μόνο επάνω στη γη, αλλά η δράση του επεκτεινόταν και στον κάτω κόσμο. Ήταν αυτός που με τη βάρκα του Χάρωνος συνόδευε τις ψυχές των νεκρών για να τις παραδώσει στον Άδη. Σύμφωνα με την πίστη των αρχαίων, ο θεός ήταν παρών κατά το ψυχορράγημα των ανθρώπων και μόλις τους άγγιζε με το κηρύκειον, ξεψυχούσαν. Εάν η αγωνία παρατεινόταν, υπήρχε η πεποίθηση ότι ο θεός δεν παρευρισκόταν, αλλά έλειπε σε κάποια από τις πολλές ασχολίες του.
Με την ιδιότητα του χθονίου θεού συνδέονταν και οι όφεις του κηρυκείου του. Ενώ το κηρύκειον του ποιμένος θεού παρουσιαζόταν στην τέχνη ως ποιμενική ράβδος με δύο κέρατα που σχημάτιζαν τον αριθμό οκτώ με ανοικτό τον άνω κύκλο και του αγγελιαφόρου ως σκήπτρο με δύο περιπεπλεγμένα και αντικρυστά φίδια, το κηρύκειον του ψυχοπομπού Ερμού εμφανιζόταν ως χρυσή μαγική ράβδος η οποία, εκτός από τα φίδια, εκοσμείτο με ταινίες υφάσματος και με άνθος λωτού, σύμβολα ικεσίας και λήθης. Επειδή όμως και ο ύπνος είναι κάτι συναφές προς τον θάνατο, αποδόθηκαν στο θεό η επιστασία του ύπνου και των ονείρων: ο θεός με το κηρύκειον χάριζε τον ύπνο στους ανθρώπους.           

Ερμής Κριοφόρος: ρωμαϊκό αντίγραφο αγνώστου ελληνικού πρωτοτύπου των κλασσικών χρόνων
Το κάλλος προσώπου και σώματος του θεού, η υγεία, η ταχύτητα και η ευκινησία που τον διέκριναν, τον έκαναν αγαπητό στους αθλητές και λατρευόταν στα γυμναστήρια  μαζί με τον Απόλλωνα και τον Ηρακλή. Επειδή συνδύαζε τα ανωτέρω χαρακτηριστικά με ένα νου που γεννούσε εύστροφα, επιδέξια και απατηλά τεχνάσματα, στοιχεία της τέχνης των παλαιστών κυρίως, πίστευαν ότι είχε εφεύρει την πάλη και είχαν καθιερώσει αγώνες προς τιμήν του, τα Έρμαια. Τα πλούσια σωματικά του προσόντα τον κατέστησαν θεό της γονιμότητας και της ευφορίας της γης. Φορώντας άλλωστε τον πέτασο, ήταν μία μορφή οικεία στους αγρότες. Η ενασχόλησή του με τα βόδια του Απόλλωνα τον έκανε προστάτη και των ποιμένων και υπό αυτή την ιδιότητα εμφανίζεται στην τέχνη ως Κριοφόρος. Η πατρίδα του η Αρκαδία άλλωστε ήταν κατ’ εξοχήν χώρα αγροτών και ποιμένων, οπότε τι πιο φυσικό να του αποδοθούν αυτές οι ιδιότητες.
Ερμαϊκή στήλη αρχαϊκών χρόνων από τη Σίφνο, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο θεός εμφανίζεται μακρύκομος, σφηνοπώγων και φαλλοφόρος. Οι Ερμές αποτελούσαν λατρευτικά αντικείμενα, σημάνσεις οδών και όρια ιδιοκτησιών και κρατών. Η καταστροφή των Ερμών τις παραμονές της Σικελικής Εκστρατείας συγκλόνισε την αθηναϊκή κοινωνία και θεωρήθηκε κακός οιωνός 

Όμορφος, έξυπνος, και προ πάντων θεός, ο Ερμής είχε όλο το «πακέτο» ώστε να είναι κυνηγός του έρωτα. Μόνο πλούσιος δεν ήταν, αλλά αυτό εκείνα τα χρόνια δεν μετρούσε πολύ. Για την ακρίβεια, δεν είχε αφήσει Νύμφη για Νύμφη ήσυχη. Η σύνδεσή του με την ερωτική ορμή και τη δύναμη είναι προγενέστερη αυτής με το εμπόριο. Υπερβαίνουν τις σαράντα οι ερωτικές κατακτήσεις του, γυναίκες αλλά και μερικοί άνδρες. Από τις γυναίκες απέκτησε γύρω στα σαράντα παιδιά, μεταξύ των οποίων ο Ερμαφρόδιτος, ο Πρίαπος, η Τύχη, ο Έρως και ο τραγοπόδαρος Παν, που κληρονόμησε από τον πατέρα του τη σύριγγα και που μοιράστηκε μαζί του κοινή λατρεία σε πολλά μέρη. Ως νόθο παιδί ο ίδιος, ήταν προστάτης όλων των νόθων παιδιών του Διός. Νόθα παιδιά σημαίνει επιπλέον αύξηση των απογόνων, αύξηση του οίκου με οποιοδήποτε τρόπο, δηλαδή γονιμότητα. Σύμβολο της γονιμότητας είναι ο φαλλός και με τη μορφή φαλλού αντί αγάλματος λατρευόταν ως θεός της γονιμότητας, λατρεία που έχει πελασγικές ρίζες. Από τους έρμακες (σωρούς λίθων) των δρόμων και από το φαλλό προήλθαν «οι Ερμαί της τετραγώνου εργασίας» ή απλώς Ερμαί, δηλαδή τετράγωνες στήλες με μία ή περισσότερες κεφαλές του Ερμού πωγωνοφόρου στην κορυφή και με ανάγλυφο φαλλό στο ύψος που αυτός θα βρισκόταν εάν επρόκειτο για άγαλμα και όχι στήλη.

Ο Ερμής της Ολυμπίας διασώζει το νεογέννητο Διόνυσο, γιο του Διός και της Σεμέλης και τον μεταφέρει στις Νύμφες. Ο Πραξιτέλης έδωσε στο περίφημο άγαλμά του τον τύπο του Κουροτρόφου  

Ένας τέτοιος θεός όμορφος, έξυπνος, ρήτορας, λόγιος, γλεντζές, ερωτιάρης, κλέφτης, ψεύτης, επιτήδειος, έμπορος και παζαρτζής, παρών στη ζωή, τον έρωτα και το θάνατο, λατρεύθηκε με κάθε τρόπο από τους αρχαίους Έλληνες, κυρίως στην πατρίδα του Αρκαδία και στην Αττική. Ένας θεός με τόσα και τέτοια χαρακτηριστικά δεν ήταν δυνατόν να αφήσει ασυγκίνητους ούτε τους Νεοέλληνες. Η πρώτη πόλη της σύγχρονης Ελλάδας, που γεννήθηκε μέσα στους καπνούς της Επαναστάσεως το 1823, ονομάστηκε Ερμούπολη. Ο κεντρικός εμπορικός δρόμος κάθε πόλης πήρε το όνομά του.


Η μορφή του με τον πτερωτό πέτασο και δύο άνθη λωτού εκατέρωθεν, ως σύμβολα του κηρυκείου, μπήκε στα επίκρανα και τα ακροκέραμα πολλών οικιών, ένδειξη οικονομικής προόδου μέσω του εμπορίου. Οι κεραμοπλάστες, έμποροι και οι ίδιοι, άδραξαν την ευκαιρία και πιθανόν δεν υπήρξε εργαστήριο που να μη δημιουργήσει τους δικούς του Ερμήδες.  Έτσι ο Ερμής έγινε μία από τις πολυπληθέστερες οικογένειες ακροκεράμων και ένας από τους μεγαλύτερους μπελάδες των συλλεκτών. Ωραίος μπελάς όμως, σαν το θεό που ενσαρκώνει ίσως περισσότερο από όλους τους αρχαίους θεούς τα χαρίσματα και τα ελαττώματα των Ελλήνων, αρχαίων και νέων.          


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου