Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Οι Αθηναίοι Γκάγκαροι


Ριζόκαστρο, οδός Ερωτοκρίτου

Στη νεοσύστατη πρωτεύουσα της οθωνικής περιόδου ο πληθυσμός μπορούσε να διακριθεί σε δύο μεγάλες ομάδες με διακριτή καταγωγή, κουλτούρα, ενίοτε και αντικρουόμενα συμφέροντα. Από τη μια ήταν οι γηγενείς Αθηναίοι και από την άλλη οι Έλληνες της διασποράς, προερχόμενοι από το Φανάρι και τις μεγάλες πόλεις της κεντρικής Ευρώπης και των Βαλκανίων. Οι δεύτεροι, σαφώς πιο πλούσιοι, προοδευμένοι και εκλεπτυσμένοι, έβλεπαν τους ντόπιους, ακόμη και τις αρχοντικές οικογένειες, με υπεροψία. Αυτοί αποκαλούσαν τους παλαιούς Αθηναίους «γκαγκαραίους». Γιατί τους αποκαλούσαν έτσι μας εξηγεί ο Δημήτριος Καμπούρογλου στο βιβλίο του «Αι Παλαιαί Αθήναι»:  
«Οι φερτοί απεκάλουν τους τοπικάρηδες γκαγκαραίους. Αλλά τι σημαίνει αυτό; Οι αγνοούντες τα πράγματα προσέτρεξαν πάλιν να εύρουν κάποιαν σλαβικήν επίδρασιν, ενώ πρόκειται απλούστατα περί της παραδόξου λέξεως γκάγκαρο εκ του ιταλικού ganghero και gangaro, δι ης ωνόμαζον εν Αθήναις την γενικής χρήσεως στρόφιγγα της θύρας, το στροφάδι. Ίσως δε να ενέχη η παρωνυμία αύτη την μεταφορικήν έννοιαν, αναφερομένην εις ανθρώπους οι οποίοι έζων αμπαρωμένοι μέσα εις τα σπίτια των, κυρίως από έλλειψιν κοινωνικής διαχυτικότητος.»

Το ρόπτρο και το ζεμπερέκι
Σύμφωνα με το έργο «Le Origini della Lingua Italiana», εκδοθέν στη Γενεύη το 1685, στο λήμμα gangaro – ganghero αναφέρεται ότι η λέξη προέρχεται από την ελληνική κάγχαλος: κρίκος ο επί ταις θύραις. Από τους Σικελούς η λέξη πέρασε στους Λατίνους και από αυτούς στους Ιταλούς, μετασχηματιζόμενη από κάγχαλος σε canchalus, gangalus, gangarus, στο τέλος δε gangaro και ganghero.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου